Σπάει σταδιακά η σιωπή που συντηρούσε-και συντηρεί- τον φαύλο κύκλο της ενδοοικογενειακής βίας, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που παρουσίασε ο Υπουργός Μιχάλης Χρυσοχοϊδης καθημερινά γίνονται 50 καταγγελίες για άσκηση βίας από σύζυγο-σύντροφο-πρώην σύντροφο ενώ σε εβδομαδιαία βάση οι τηλεφωνικές καταγγελίες ξεπερνούν τις 700.
Όπως αναφέρει η Αστυνομικός Σοφία Βαγενά, πρόεδρος Δικαιωμάτων και Ισότητας ΕΛ. ΑΣ. κάθε εβδομάδα η Αστυνομία δέχεται κατά μέσο όρο 728 κλήσεις για ενδοοικογενειακή βία. Από αυτές, οι 493 κλήσεις αφορούν καταγγελίες. Σε αυτό το μέσο όρο των εβδομαδιαίων καταγγελιών, 305 είναι οι συλλήψεις, 59 γυναίκες ενεργοποιούν το panic button στο κινητό τους τηλέφωνο, με την εφαρμογή να εξαπλώνεται σε όλη την επικράτεια, αλλά μόνο 9 γυναίκες που έχουν πέσει θύματα ενδοοικογενειακής βίας ζητούν να καταφύγουν σε ένα safe house, δηλαδή σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Το ποσοστό αυτό είναι απογοητευτικά μικρό και αντιστοιχεί μόλις στο 1,82% δηλαδή μόλις δύο στις 100 γυναίκες, που υπέστησαν βία δηλώνουν επιθυμία να απομακρυνθούν από το κακοποιητικό περιβάλλον και από τον κακοποιητή τους. Ενδεικτικά την τελευταία εβδομάδα έγιναν στην ΕΛ.ΑΣ. 796 κλήσεις, 315 συλλήψεις, 64 γυναίκες ενεργοποίησαν το panic button και 12 γυναίκες μεταφέρθηκαν σε safe house.
Εδώ βρίσκεται και ο αδύναμος κρίκος όλης της αλυσίδας, καθώς δεν επαρκεί να ανοίγουν τα στόματα. Το να καταγγέλλεται η βία και να μην κρύβεται κάτω από το χαλί σίγουρα αποτελεί πρόοδο αλλά η γυναίκα που φεύγει, πάντοτε μαζί με τα παιδιά της, πρέπει οπωσδήποτε να μπορεί κάπου να πάει για να κάνει μια νέα αρχή. Και εκεί υστερούμε γιατί ούτε αρκετά γραφεία ενδοοικογενειακής βίας υπάρχουν στα αστυνομικά τμήματα, με εξειδικευμένο και ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό που να χειρίζεται σωστά τέτοιες καταστάσεις, ούτε αρκετές Δομές φιλοξενίας των γυναικών και των παιδιών τους.
Από πλευράς ΕΛ. ΑΣ. και υπουργείου προστασίας του Πολίτη, στα 18 πρώτα γραφεία ενδοοικογενειακής βίας που είχαν δημιουργηθεί ήδη από πέρσι μέσα σε αστυνομικά τμήματα, προστίθενται νέα και θα δημιουργηθούν 63 δηλαδή κάθε Δήμος να διαθέτει ένα τέτοιο γραφείο, ενώ κάθε Δήμος θα διαθέτει και ένα safe house, όπως επισημαίνει ο υπουργός προστασίας του πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοϊδης. Πολύ σημαντική είναι η εκπαίδευση των αστυνομικών που θα στελεχώσουν τα γραφεία ενδοοικογενειακής βίας με τους Αστυνομικούς να επισημαίνουν ότι όταν οι καταθέσεις των γυναικών-θυμάτων γίνονται παρουσία ψυχολόγου, τότε είναι πολύ πιο «άρτιες» και καλύτερα αξιοποιήσιμες από την Εισαγγελική Αρχή, για την δίωξη του θύτη. Η παρουσία ψυχολόγου ενδυναμώνει και βοηθά καθοριστικά την γυναίκα θύμα βίας να μιλήσει για τα όσα έχει υποστεί, όπως προσθέτει από την δικής της μεριά η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Άννα Κανδαράκη, που ωστόσο εστιάζει και στο επόμενο βήμα, δηλαδή στο πού θα φιλοξενηθεί αυτή η γυναίκα, ώστε να μην μπορεί να την πειράξει ο θύτης, όσο παραμένει εκτός κράτησης. Σε κάθε γυναικοκτονία, ευθύνες υπάρχουν εκατέρωθεν και στο δικαστικό σύστημα που δεν επέδειξε άψογα ανακλαστικά, αλλά και στο περιβάλλον του θύματος, το οποίο συχνά προτρέπει τις γυναίκες θύματα βίας να μην μιλήσουν ή να επιστρέψουν στο σπίτι για να μην…χαλάσουν την οικογένειά τους. Δυστυχώς σε πολλά περιστατικά από τις δεκάδες γυναικοκτονίες των τελευταίων 3 ετών έχουμε δει γυναίκες που κακοποιήθηκαν να δέχονται πίσω τον θύτη και να το πληρώνουν αυτό λίγο καιρό αργότερα με την ζωή τους.
Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Άννα Κανδαράκη θυμίζει ότι οι θύτες είναι εξαιρετικά χειριστικά όντα και προσπαθούν μετά από κάθε κακοποίηση να πείσουν το θύμα τους ότι θα αλλάξουν, δεν θα το ξανακάνουν και ότι τις αγαπούν. Συχνά επιχειρούν να ρίξουν σε εκείνες το βάρος της πράξης τους παρουσιάζοντές τις συντρόφους τους ως «άχρηστες» ή «κακές» συζύγους και μητέρες. Κάθε γυναίκα θύμα βίας έχει να αντιμετωπίσει εκτός από αυτή καθεαυτή την βάναυση πράξη σε βάρος της και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ειδικά αν ζει σε μικρή κλειστή κοινωνία, οπότε χρειάζεται πολύ κουράγιο και διαρκή ενδυνάμωση σε κάθε βήμα της διαδρομής για να καταθέσει, προκειμένου να μπει ο θύτης στη φυλακή και η ίδια να γυρίσει σελίδα στη ζωή της. Απαιτείται ένα πλήρες δίκτυο με ολιστική στήριξη σε κάθε βήμα της διαδρομής και γνωρίζουμε από το παρελθόν ότι η Ελλάδα υστερεί στην δικτύωση. Ενώ δημιουργεί Δομές (όχι πάντα αρκετές) οι δομές λειτουργούν μεμονωμένα και δεν υπάρχει το πλήρες δίκτυο που να παρέχει ολιστική και πολύπλευρή στήριξη. Σοβαρό ζήτημα είναι και η επαγγελματική αποκατάσταση των θυμάτων βίας γιατί κάθε γυναίκα θύμα βίας χρειάζεται εισόδημα για να κάνει ένα καινούριο ξεκίνημα στη ζωή της. Με νομοθετική ρύθμιση τα θύματα βίας λαμβάνουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ακόμα και αν δεν είναι εγγεγραμμένες στα μητρώα ανέργων της ΔΥΠΑ, αλλά αυτό δεν αρκεί. Η Πολιτεία παροτρύνει μεγάλες επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν γυναίκες θύματα βίας και ο δημόσιος με τον ιδιωτικό φορέα θα πρέπει να συνεργαστούν στενά για να αντιμετωπιστούν έγκαιρα όλες οι ανάγκες, που βαίνουν διογκούμενες.