Μαγεύει η ιστορία ενός μάγειρα που γεννήθηκε μάγειρας στην μικρή Θύμαινα του βορειοανατολικού Αιγαίου, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο βρέθηκε στα παλάτια της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας, σέρβιρε τους καλεσμένους του Μπαρμπαγιάννη Λάτση και επέστρεψε στην πατρίδα του -για την ακρίβεια ακριβώς απέναντι- στους Φούρνους Κορσεών να μαγειρεύει για τους ντόπιους και τους τουρίστες τις μεσογειακές γεύσεις που τόσο αγαπά.
της Αλεξίας Σβώλου
Το σενάριο της ταινίας «Στη φωτιά» με την Ζουλιέτ Μπινός, ξεπερνά σε μαγειρική φαντασία η αληθινή ζωή του Μιχάλη Μύτικα. Του μάγειρα και εστιάτορα που από την μικροσκοπική Θύμαινα βρέθηκε στα κρουαζιερόπλοια της Karagiorgis Lines και απο εκεί στην κουζίνα του Βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας για να επιστρέψει στο Ικάριο και τους Φούρνους Κορσεων και να δημιουργήσει τον δικό του γαστρονομικό παράδεισο.
Στην ιστορία του καθοριστικό ρόλο έπαιζαν πάντα τα κρεμμύδια. Με ένα κρεμμύδι ξεκίνησε το ταξίδι του στην μαγειρική, με μία κρεμμυδόσουπα συγκίνησε τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας.
Ο Μιχάλης Μύτικας γεννήθηκε στην Θύμαινα πριν από 63 χρόνια και όταν τελείωσε εκεί το δημοτικό η σχέση του με την μαγειρική ξεκίνησε σε ηλικία μόλις 13 ετών, όταν ένας μάγειρας του έμαθε να κόβει ένα μεγάλο κρεμμύδι σε μικρά απόλυτα ομοιόμορφα κυβάκια. Μαγεύτηκε από τις μυρωδιές και τις ευωδιές της κουζίνας έκοψε σαν επαγγελματίας το κρεμμύδι μιμούμενος τον δάσκαλο του, εντυπωσίασε όλους τους παρευρισκόμενους και ξεκίνησε να δουλεύει σε κουζίνες, καθώς αμέσως του το πρότειναν, διακρίνοντας στις κινήσεις του ένα φυσικό ταλέντο.
Γρήγορα βρέθηκε στα γνωστά κρουαζιερόπλοια της Karagiorgis Lines το Mediterranean Sea, το Mediterranean Sky και το Navarino. Ξεκίνησε εκεί πλένοντάς κατσαρόλες, έγινε τρίτος μάγειρας, δεύτερος μάγειρας και μάγειρας πληρώματος όπου μαγείρευε για 350 άτομα! Μετά βρέθηκε στη Μέση Ανατολή στο πλωτό ξενοδοχείο «Μαργαρίτα» του Γιάννη (Μπαρμπαγιάννη όπως τον αποκαλούσε όλος ο κόσμος ) Λάτση. Ο έλληνας κροίσος φιλοξενούσε πολλές διασημότητες εκείνης της εποχής και συχνά στα τραπέζια του κάθονταν τα μέλη της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας. Μια μέρα εκεί στον μπουφέ οι δημιουργίες του Μιχάλη Μύτικα και τα γλυπτά που έφτιαξε στις πιατέλες με το βούτυρο εντυπωσίασαν τους προσκεκλημένους και τον φώναξε ο Βασιλιάς Φαχντ Μπιν Αμπντούλ Αζιζ, ο οποίος τον κάλεσε να μαγειρέψει για την βασιλική οικογένεια.
Το μενού στο βασιλικό τραπέζι περιελάμβανε οπωσδήποτε «κάψα», ένα πιάτο με πιλάφι κομματάκια κρέας και λαχανικά, αλλά και την παραδοσιακή σαλάτα με ρεβύθια που έβραζαν μέσα σε μαγειρικό σκεύος για 8 ώρες και δημιουργούσαν έναν πηκτό χυλό.
Μια μέρα ο Μιχάλης έφτιαξε μια κρεμμυδόσουπα για να σερβίρει στον βασιλιά μια διαφορετική γεύση και εκείνος ενθουσιάστηκε. Πάλι ένα μάτσο κρεμμύδια βρέθηκαν στο δρόμο του και έπαιξαν κομβικό ρόλο στην εξέλιξη του ως μάγειρας.
Η κρεμμυδόσουπά ήταν το hit της ημέρας και τόσο ο βασιλιάς Φαχντ, όσο και ο γιος του Αμπντάλα Μπιν Αμπντουλ Αζίζ που τον διαδέχτηκε αγάπησαν τα πιάτα και την μαγειρική δεινότητα του Θυμαινιώτη μάγειρα και του πρότειναν να μείνει μόνιμα εκεί και να αναλάβει την Βασιλική κουζίνα.
Η απόφαση ήταν δύσκολη, γιατί στο μεταξύ ο Μιχάλης είχε αποκτήσει οικογένεια στην Ελλάδα και η ζωή για τις γυναίκες στην Σαουδική Αραβία ήταν ακόμα πιο δύσκολη τότε. Οι γυναίκες κυκλοφορούσαν «αόρατες» εξαφανισμένες κάτω απο μια βαριά μπούργκα και φαίνονταν μόνο τα μάτια τους μετά δυσκολίας μέσα απο δυο μικρές σχισμές του υφάσματος. Ο Έλληνας μάγειρας αναλογίστηκε τι θα σήμαινε για την δική οικογένεια αυτή η μετακόμιση και αρνήθηκε ευγενικά την πρόσκληση- πρόταση του βασιλιά, για να επιστρέψει στην γυναίκα του και την κόρη του.
Αργότερα, έχοντας την εμπειρία της λειτουργίας ενός δικού του εστιατορίου που είχε ανοίξει για λίγα χρόνια στο Φάληρο, αποφάσισε να επαναλάβει το εγχείρημα, κοντά στην πατρίδα του αυτή τη φορά, στους Φούρνους Κορσεών, απέναντι απο την Θύμαινα. Είχε προηγηθεί το 2013 η αγορά ενός σουπερ-μάρκετ στο νησί των πειρατών, που το αγόρασε για να εξασφαλίσει την κόρη του. Αγόρασε και το απέναντι cafe’ στο γραφικό σοκάκι του νησιού και πριν απο 4 χρόνια πήρε την απόφαση να φτιάξει στους Φούρνους τον δικό γαστρονομικό παράδεισο, που τον ονόμασε το Μελτέμι του Μύτικα. Η γαστρονομία είναι ένα ταξίδι που θέλει ούριο άνεμο για τα πανιά του καραβιού. Θέλει καλή πρώτη ύλη, εμπειρία, συνδυασμούς «πάντρεμα» υλικών και συνταγών, ιδέες, φαντασία και ερεθίσματα.
Έχοντας διασχίσει θάλασσες με κρουαζιερόπλοια, έχοντας μαγειρέψει για βασιλιάδες κι έχοντας πάντα το μελτέμι του Ικάριου σύμμαχό του, και πένα κρεμμύδι για μυστικό του «όπλο», ο Μιχάλης συνεχίζει το ταξίδι του σερβίροντας στους ντόπιους και τους παραθεριστές των Φούρνων δικά του πιάτα με θαλασσινές γεύσεις όπως γαριδομακαρονάδα, ριζότο θαλασσινών, ψαρόσουπα και ψητά ψάρια στα οποία υποκλίνονται ακόμα και βασιλιάδες.