Την επικαιροποιημένη λίστα των πιο επικίνδυνων ανθεκτικών βακτηρίων-αυτών που δεν αντιμετωπίζονται με τα συνήθη αντιβιοτικά-συνέταξε ο ΠΟΥ, κατηγοριοποιώντας 15 οικογένειες ιδιαίτερα κακών βακτηριδίων σε τρεις κατηγορίες: των κρίσιμων για την υγεία, των υψηλού κινδύνου και των μετρίου κινδύνου.
Η λίστα του ΠΟΥ αποτελεί το βασικότερο «εργαλείο» για την αντιμετώπιση της μάστιγας της μικροβιακής αντοχής που συνεχίζει να διογκώνεται παρότι λαμβάνονται μέτρα για την αντιμετώπισή της στις περισσότερες χώρες. Η πατρίδα μας βρίσκεται σε ζώνη υψηλού κινδύνου καθώς δυστυχώς πρωταγωνιστεί στη μικροβιακή αντοχή, ειδικά στα ενδονοσοκομειακά μικρόβια έχοντας πολύ υψηλότερα σκορ από το ευρωπαϊκό μέσο όρο στα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Πρόσφατα άλλη εκτενής μελέτη του ΠΟΥ έδειξε ότι η πανδημία επιδείνωσε σημαντικά τη μικροβιακή αντοχή καθώς πολλά αντιβιοτικά δόθηκαν στους νοσηλευόμενους ασθενείς με covid 19 χωρίς αιτιολογία, με το σκεπτικό «να τα δώσουμε καλού κακού, μήπως βοηθήσουν…»
Όπως πλέον οι περισσότεροι γνωρίζουμε η μικροβιακή αντοχή συντηρείται και θεριεύει από την κακή χρήση των αντιβιοτικών καθώς και την υπερδοσολόγησή τους. Το μεγαλύτερο λάθος δηλαδή είναι να δίνονται όταν δεν απαιτούνται και να δίνονται σε μεγάλες δοσολογίες, πάλι όταν αυτές δεν απαιτούνται.
Μέσα από τη λίστα που κατέστρωσε ο ΠΟΥ, φωτίζονται οι κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσουν η φαρμακευτική έρευνα και ανάπτυξη (R &D) και οι κλινικές μελέτες, προκειμένου αναπτυχθούν τα νέα εκείνα αντιβιοτικά που θα κονταροχτυπηθούν με τα πιο ανθεκτικά μικρόβια.
Δεν πρέπει να γελιόμαστε, τα νέα αντιβιοτικά δεν θα είναι οι απλές φαρμακευτικές ουσίες του παρελθόντος ούτε θα κοστίζουν (η συμμετοχή του ασθενή) μερικά ευρώ ανά συσκευασία. Η νέα γενιά των αντιβιοτικών θα αφορά βιολογικούς παράγοντες, δηλαδή φάρμακα πολύ ακριβότερα, που θα επιβαρύνουν σημαντικά την τσέπη των πολιτών μέσω της συμμετοχής.
Όπως επισημαίνει η Dr. Yukiko Nakatani, επικεφαλής στον ΠΟΥ για την μικροβιακή αντοχή, από την πρώτη έκδοση της λίστας των πιο επικίνδυνων παθογόνων το 2017 έχουν περάσει 7 χρόνια και η μικροβιακή αντοχή έχει αυξηθεί ανησυχητικά, κοστίζοντας τις ζωές πολλών νοσηλευόμενων ασθενών και υπονομεύοντας την υγεία κάθε πολίτη στην κοινότητα.
Στην κορυφή της επικαιροποιημένης λίστας με τα πιο κρίσιμα για τη δημόσια υγεία παθογόνα βρίσκονται Γκραμ αρνητικά βακτήρια, με το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης που έχει ανθεκτικότητα στο αντιβιοτικό rifampicin να αποτελεί μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία διεθνώς. Δυστυχώς τα Γκραμ αρνητικά βακτήρια έχουν τη δυνατότητα να αναπτύσσουν νέους τρόπους εκδήλωσης ανθεκτικότητας και επιπλέον η ανθεκτικότητα περνά μέσα στο γενετικό υλικό, «γεννώντας» νέα πιο ανθεκτικά μικρόβια.
Από την δεύτερη κατηγορία των βακτηρίων υψηλού κινδύνου ξεχωρίζουν στις πρώτες θέσεις η Salmonella και η Shigella, μαζί με την Pseudomonas aeruginosa και τον Staphylococcus aureus, που δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα στις δομές υγείας.
Επίσης υψηλού κινδύνου είναι η Neisseria gonorrhoeae και ο Enterococcus faecium, που έχουν την ιδιαιτερότητα να παρουσιάζουν ανθεκτικότητα όχι σε ένα αντιβιοτικό αλλά σε πολλά αντιβιοτικά, με συνέπεια με συνέπεια η καταπολέμησή τους να αποτελεί…άλυτο γρίφο!
Στα μετρίου κινδύνου παθογόνα συμπεριλαμβάνεται ο δικός μας γνώριμος στρεπτόκοκκος της ομάδας Α, που έχει κοστίσει την ζωή σε περισσότερα από 10 παιδιά, εξαιτίας της διεισδυτικής λοίμωξης, που προκαλεί αλλά και ο στρεπτόκοκκος Β, ο Streptococcus pneumoniae, και ο Haemophilus influenzae, οι οποίοι προκαλούν μεγάλο φορτίο νοσηρότητας. Αυτά τα παθογόνα απαιτούν στοχευμένη αντιμετώπιση καθώς προκαλούν βαριές νοσήσεις και θανάτους σε ευάλωτους πληθυσμούς και κυρίως σε βρέφη, νήπια και ηλικιωμένους.
«Η μικροβιακή αντοχή κρύβεται πίσω από την διεθνή μειωμένη ικανότητα να καταπολεμήσουμε λοιμώξεις με βαρύ φορτίο νοσηρότητας και θνησιμότητας όπως είναι η πολυανθεκτική φυματίωση» εξηγεί ο Dr. Jérôme Salomon, WHO’s Υποδιευθυντής του ΠΟΥ στον τομέα Κάλυψης Υγείας στα Λοιμώδη και τα Μη Μεταδοτικά Νοσήματα.
Τι άλλαξε από το 2017
Στην λίστα του 2024 ξεχωρίζουν τα εντεροβακτηρίδια Enterobacterales που έχουν ανθεκτικότητα στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς. Από την άλλη, η ψευδομονάδα Carbapenem-resistant Pseudomonas aeruginosa υποβιβάστηκε από την κρίσιμη ομάδα στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Έτσι η πρώτη κατηγορία (κρίσιμη ομάδα) διαμορφώνεται ως εξής, περιλαμβάνοντας το Acinetobacter baumannii, ανθεκτικό στο carbapenem, τα Enterobacterales, ανθετικά στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς, τα Enterobacterales, ανθεκτικά στο carbapenem και το Mycobacterium tuberculosis, (μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης) ανθεκτικό στην rifampicin.
Η δεύτερη ομάδα (υψηλού κινδύνου) περιλαμβάνει την Salmonella Typhi, ανθεκτική στην fluoroquinolone, την Shigella spp., ανθεκτική επίσης στην fluoroquinolone, τον Enterococcus faecium, ανθεκτικό στην vancomycin, την Pseudomonas aeruginosa, ανθεκτική στο carbapenem, την non-typhoidal Salmonella, ανθεκτική στην fluoroquinolone, τη Neisseria gonorrhoeae, ανθεκτική ταυτόχρονα στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς και στην fluoroquinolone και τον Staphylococcus aureus, ανθεκτικό στην methicillin.
Τέλος η τρίτη ομάδα μετρίου κινδύνου περιλαμβάνει τους Group A streptococci (στρεπτόκοκκους) ανθεκτικούς στις macrolide, (μακρολίδες) τον Streptococcus pneumoniae, επίσης ανθεκτικό στις μακρολίδες, τον Haemophilus influenzae, ανθεκτικό στην ampicillin (αμπικιλλίνη) και τους Group B streptococci, ανθεκτικούς στην penicillin (πενικιλίνη).