Η έξαρση της βίας στους ανήλικους και ειδικότερα μεταξύ κοριτσιών έφτασε σε ένα κρεσέντο με την επίθεση στην 14χρονη στη Γλυφάδα που μάς τρόμαξε, μάς προβλημάτισε και μάς κινητοποίησε. Η Ειρήνη Γεωργίου, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Gestalt απαντά σε εύλογα ερωτήματα αναζητώντας τις αιτίες που οδηγούν σε τέτοιου είδους νοσηρά φαινόμενα, τα οποία κάποτε βλέπαμε μόνο σε ταινίες.
Συνέντευξη της Ειρήνης Γεωργίου ψυχολόγου-ψυχοθεραπεύτριας, Gestalt στην Αλεξία Σβώλου
Ποια είναι η σχέση των γυναικών με το μπούλινγκ;
Τα κορίτσια ανέκαθεν ασκούσαν μπούλινγκ. Απλά είχαν τους δικούς τους τρόπους, έκαναν περισσότερο συναισθηματικό και λεκτικό μπούλινγκ και αποκλεισμό από την ομάδα. Τα τελευταία χρόνια επιδίδονται επίσης στο cyber bullying μέσω διαδικτύου. Δεν έκαναν παραδοσιακά σωματικές επιθέσεις, αυτό ήταν ένα πεδίο που το άφηναν στα αγόρια.
Τι άλλαξε πρόσφατα;
Αυτό που άλλαξε τα τελευταία χρόνια είναι ότι, καθώς αμβλύνονται οι διαφορές ανάμεσα στα φύλα, συμπεριφορές που θεωρούνταν παλιότερα αποκλειστικά «αντρικές» υιοθετούνται τώρα και από κορίτσια. Κάποια στιγμή δηλαδή δίνεται στα κορίτσια μέσα τους, το πράσινο φως να ασκήσουν βία. Υπάρχει ένα κρίσιμο στην σημείο όπου γίνεται δηλαδή, άρση των αναστολών.
Ποιοι παράγοντες ωθούν τα κορίτσια να ξεπεράσουν τα εσκαμμένα;
Το πράσινο φως για περισσότερη βία, δίνεται από τρεις μεριές: Πρώτον από τον κοινωνικό παράγοντα, από τα αυξανόμενα πρότυπα βίας γύρω μας, από την εξύμνησή της μέσα από την ποπ κουλτούρα και την τραπ μουσική, από την συνεχόμενη μη τιμωρητική και ανεκτική στάση μας απέναντι στη βία, από τη δικαιολόγησή της και το victim blame, δηλαδή το να κατηγορούμε το θύμα. Επίσης από την ολοένα μεγαλύτερη γοητεία που ασκεί η έννοια της εξουσίας στα παιδιά, μέσα σε μια βαθιά ανταγωνιστική και ναρκισσιστική κοινωνία.
Ο δεύτερος παράγοντας που δίνει το πράσινο φως στα παιδιά ασκήσουν βία είναι, ο τρόπος που έχουν μεγαλώσει. Αν υπάρχει ένα πρότυπο βίας και κακοποίησης μέσα στο σπίτι, το παιδί απλά αντιγράφει τη συμπεριφορά. Και αυτό το πρότυπο δεν συμπεριλαμβάνει μόνο τη σωματική βία, υπάρχει και η συναισθηματική βία, η υποτίμηση, τα περιφρονητικά σχόλια, η κριτική, η απόρριψη, η οικονομική στέρηση κτλ.
Υπάρχουν, από την άλλη μεριά, παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς όρια και με παντελή έλλειψη επιτήρησης, συναισθηματικά αποκομμένα από τους γονείς τους, παραμελημένα, στην ουσία. Οι γονείς είναι απορροφημένοι στα δικά τους προβλήματα και αποτυγχάνουν να τους μεταδώσουν αξίες και να τους διδάξουν συμπεριφορές. Φανταστείτε τώρα πόσο ευάλωτα γίνονται αυτά τα παιδιά στο λεγόμενο peer pressure (την πίεση της ομάδας). Τα πρώτα έχουν μάθει να ακολουθούν και να υπακούουν τον αρχηγό γιατί γοητεύονται από την εξουσία και τα δεύτερα αναζητούν με αγωνία να γίνουν αποδεκτά από μια ομάδα για να αποκτήσουν οικογένεια.
Ο τρίτος παράγοντας αφορά έναν ολοένα αυξανόμενο «δικαιωματισμό». Μια κατηγορία παιδιών δηλαδή, μεγαλώνουν έχοντας την εικόνα για τον εαυτό τους, ότι μπορούν να έχουν ό,τι θέλουν, ότι δεν υπάρχουν όρια και φραγμοί και ότι οι πράξεις τους δεν έχουν συνέπειες. Συχνά βλέπουμε το συνδυασμό δεύτερου και τρίτου παράγοντα να ενσαρκώνεται στο πρόσωπο ενός γονιού ο οποίος δεν «ανέχεται» να κάνουν παρατηρήσεις το παιδί του, ή να του καθρεφτίζουν μια εικόνα του παιδιού του που δεν του αρέσει, ή απλά δεν «συμφωνεί» με τους κανονισμούς, γιατί έχει και ο ίδιος «δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει». Και τι συμβαίνει τότε; Έχει δικαίωμα στο μυαλό του, να ασκήσει βία απέναντι σε όποιον τον εκνευρίσει. Ακόμα και απέναντι στους καθηγητές του παιδιού. Είδαμε πρόσφατα γονείς να επιτίθενται σε καθηγητές επειδή έδωσαν αποβολή τα παιδιά για την χρήση κινητού τηλεφώνου μέσα στο σχολείο.
Για την έλλειψη σεβασμού φταίει το σπίτι ή το σχολείο;
Το σπίτι! Πρέπει να καταλάβουμε, ότι πίσω από ένα παιδί που δε σέβεται, κρύβεται ένας γονιός που δε σέβεται (είτε το παιδί του, είτε και τους άλλους). Τα παιδιά που απαντάνε με θρασύτητα στους καθηγητές, απλά πατάνε στην πλάτη ενός γονιού που ρητά ή άρρητα τους λέει «καλά κάνεις».
Ποιες είναι εντέλει οι ευθύνες μας ως γονείς και ως κοινωνία;
Έχουμε μεγάλη ευθύνη ως κοινωνία, που κανονικοποιούμε τη βία και μεγάλη ευθύνη ως γονείς, που δεν αναλαμβάνουμε την ευθύνη των πράξεών μας και δεν αφήνουμε και τα παιδιά να αναλάβουν τις δικές τους. Που δεν αναγνωρίζουμε τα δικά μας ανώριμα κομμάτια και δεν ζητάμε βοήθεια. Δεν βοηθάμε έτσι ούτε τα παιδιά μας, τα οποία είναι κατά βάθος πολύ θυμωμένα-και αυτός ο θυμός είναι το μόνο δίκαιο πράγμα σε αυτή την υπόθεση. Πρέπει να μάθουμε να τον ακούμε, να μην αφήνουμε τα παιδιά να συσσωρεύουν τον θυμό μέσα τους.