Η μικροβιακή αντοχή εξελίσσεται σε παγκόσμιο εφιάλτη και στις προσεχείς δεκαετίες θα προκαλεί ετησίως όσους θανάτους προκαλούν οι καρκίνοι και ο σακχαρώδης διαβήτης μαζί.
Άλλη πίστωση χρόνου δεν υπάρχει και όλα τα κράτη πρέπει να αναλάβουν δράση, με την Ελλάδα να πρέπει να τρέξει για να καλύψει το χαμένο έδαφος, καθώς είμαστε πρωταθλητές Ευρώπης στα ανθεκτικά μικρόβια, ειδικά μέσα στα νοσοκομεία.
της Αλεξίας Σβώλου
Η πίστωση χρόνου και η περίοδος χάριτος, αν υπήρξε ποτέ, τέλειωσε σε ό,τι αφορά την πανδημία της μικροβιακής αντοχής.
Το τεράστιο αυτό ζήτημα δημόσιας υγείας πρέπει να αντιμετωπιστεί τώρα, με δραστικά μέτρα. Γι αυτό άλλωστε ξεκάθαρο ήταν το μήνυμα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, αναφορικά με την εβδομάδα για την μικροβιακή αντοχή, την οποία διανύουμε έως και τις 24 Νοέμβρη. Επείγουσες δράσεις πρέπει να υλοποιηθούν προκειμένου να καταπολεμηθεί αυτή η παγκόσμια μάστιγα. Η μικροβιακή αντοχή έχει δύο πρόσωπα, καθώς αφορά και την κοινωνία και το εθνικό σύστημα υγείας, δηλαδή τα νοσοκομεία, και οφείλεται στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα βακτήρια, τους ιούς, τους μύκητες και τα παράσιτα, με συνέπεια να μην μπορούν να καταπολεμηθούν με τα συνήθη χορηγούμενα αντιβιοτικά ή άλλα σκευάσματα.
Όταν τα αντιβιοτικά και άλλες δραστικές ουσίες φαρμάκων που χορηγούνται για την καταπολέμηση ιών, βακτηρίων, παρασίτων και μυκήτων καθίστανται ανενεργά, οι λοιμώξεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ούτε να ελεγχθούν, με συνέπεια να αυξάνεται ο κίνδυνος για τη διάδοση τους, της σοβαρής νόσησης και του θανάτου.
Η μικροβιακή αντοχή ευθύνεται για περίπου 5 εκατομμύρια θανάτους ετησίως, αριθμός που αντιστοιχεί στον γυναικείο πληθυσμό της χώρας μας (5,34 εκατ. ανθρώπους).
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι διάγουμε το τέλος των αντιβιοτικών, δηλαδή τα γνωστά αντιβιοτικά τελειώνουν, λίγη έρευνα γίνεται για νέα αντιβιοτικά και ό,τι νέο αναπτύσσεται αφορά βιολογικούς παράγοντες που είναι πολύ πιο ακριβή κατηγορία φαρμάκων, δημιουργεί παγκόσμιο προβληματισμό.
Πιο συγκεκριμένα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κάνει λόγο για μια «post-antibiotic era», δηλαδή μια εποχή στην οποία δεν θα υπάρχουν αντιβιοτικά κατάλληλα για να αντιμετωπίσουν αυτά τα σχεδόν πανανθεκτικά μικρόβια. Μάλιστα, εκτιμάται πως έως το 2050 το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής θα προκαλέσει περισσότερους θανάτους από όσους θα προκαλούν ο καρκίνος και ο σακχαρώδης διαβήτης μαζί-γεγονός που αποτελεί εφιαλτικό σενάριο. Ήδη ο σακχαρώδης διαβήτης μέσω των επιπλοκών του προκαλεί 5,5 εκατ. θανάτους ετησίως ενώ όλα τα ογκολογικά νοσήματα προκαλούν 10 εκατ. θανάτους ετησίως, άρα η εξελισσόμενη μικροβιακή αντοχή θα προκαλεί έως το 2050, τουλάχιστον 15 εκατ. θανάτους ετησίως. Γι αυτό άλλωστε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει κατατάξει τη μικροβιακή αντοχή στις 10 βασικές παγκόσμιες απειλές για την υγεία.
Για την αντιμετώπιση αυτής της «πανδημίας» που είναι πολύ πιο επίμονη και ανθεκτική από την covid πανδημία, πολλές χώρες έχουν αναπτύξει Εθνικά Σχέδια Δράσης αλλά η κατάστρωση ενός Σχεδίου Δράσης δεν αρκεί να λύσει το πολυπαραγοντικό πρόβλημα.
Τα ευρήματα του ΠΟΥ δείχνουν ότι παρότι 93% των χωρών- μελών έχουν δημιουργήσει αυτά τα Εθνικά Σχέδια Δράσης και το 68% ήδη εφαρμόζει ένα μέρος των δράσεων του Σχεδίου, μόνο το 27% των χωρών έχει κοστολογήσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της Μικροβιακής Αντοχής και μόλις το 11% έχει προβλέψει να μπορεί να υποστηριχθεί το Σχέδιο Δράσης από τον εθνικό τους Προϋπολογισμό. Έτσι όμως δεν μπορεί να καταπολεμηθεί ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας που μπορεί να παρομοιαστεί μόνο με την μυθική λερναία Ύδρα.
Για να προάγει την ορθή χρήση των αντιβιοτικών, ο ΠΟΥ έχει συντάξει την «βίβλο» των αντιβιοτικών, το AWaRe Book, το οποίο περιλαμβάνει εμπεριστατωμένες οδηγίες για την βέλτιστη θεραπεία 30 κοινών λοιμώξεων καθώς και την καταγραφή όλων των περιπτώσεων όπου δεν απαιτείται χορήγηση αντιβιοτικών.
Βάσει των στοιχείων του 2015, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμωδών Νοσημάτων (ECDC), κατέγραψε 33.110 θανάτους που οφείλονταν σε ανθεκτικά στα αντιβιοτικά μικρόβια, ενώ προβλέπει πως έως το 2050 είναι πιθανό να προκληθεί οικονομική κρίση ανάλογη με αυτή του 2008, οφειλόμενη στο αυξημένο κόστος νοσηλειών και στη μείωση της παραγωγικότητας, ως απόρροια της μικροβιακής αντοχής.
Στην Ελλάδα
Στην πατρίδα μας, τα νοσοκομεία αποτελούν πρωταθλητές Ευρώπης στην μικροβιακή αντοχή. Σύμφωνα με το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων CLEO ο επιπολασμός των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων ανέρχεται στο 10% , πράγμα που σημαίνει ότι 1821 νοσηλευόμενοι ασθενείς στην Ελλάδα ταλαιπωρούνται από κάποιο ενδονοσοκομειακό μικρόβιο.
Τα πιο συχνά συναντούμενα παθογόνα στη χώρα μας είναι τα εξής οκτώ:
- Το Acinetobacter spp,
- το E.Coli,
- η Klebsiella Pneumoniae,
- η Pseudomonas Aeruginosa,
- ο Staphylococcus Aureus,
- ο Enterococcus Faecium,
- ο Enterococcus Faecalis και
- ο Streptococcus Pneumoniae.
Μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στην αντοχή που παρουσιάζουν δύο μικρόβια, η Klebsiella Pneumoniae στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς και στις καρβεπενέμες (66,50% έναντι 31,30% για την ΕΕ και 58,30% έναντι 7,90% για την ΕΕ, αντίστοιχα) και στην αντοχή της Pseudomonas Aeruginosa στις καρβεπενέμες και στις φλουροκινολόνες (48,90% έναντι 16,50% για την ΕΕ και 46,80% έναντι 18,90% για την ΕΕ, αντίστοιχα).