Με την τεχνολογία και την καινοτομία να τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες αυξάνοντας τα κόστη στην Υγεία, σε σημείο που κανένα κράτος δεν μπορεί να τα αντέξει -με δεδομένη και την γήρανση του πληθυσμού- το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να εξασφαλιστεί η αυξημένη πρόσβαση των πολιτών στα καινοτόμα φάρμακα, αλλά σε ένα πλαίσιο διαφάνειας και εξορθολογισμού που να διασφαλίζεται ότι δεν θα δαπανώνται πολύτιμοι πόροι χωρίς να υπάρχει λόγος.
Όπως επισημαίνει ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης τα χρήματα του κόσμου από τα οποία προέρχονται οι πόροι για την υγεία είναι ιερά και κάθε ευρώ που δαπανάται με λάθος τρόπο στην υγεία, τα στερούμε από κάποιον άλλον άνθρωπο που το χρειάζεται πολύ περισσότερο, οπότε τέτοια περιθώρια δεν υπάρχουν.
Ηθική υποχρέωση κάθε κράτους είναι να εξασφαλίζει την βέλτιστη δυνατή θεραπεία σε κάθε ασθενή που την χρειάζεται και για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το αυξημένο κόστος της καινοτομίας θα πρέπει να λάβουμε μέτρα στις εξής θεματικές: Καταρχάς στον έλεγχο της ζήτησης, επίσης στον έλεγχο της προσφοράς-κάτι που γίνεται μέσω της αξιολόγησης της καινοτομίας στην υγεία. Επίσης πρέπει να υπάρχει έγκαιρη πρόσβαση στην καινοτομία, όπου σημαντικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει το ταμείο καινοτομίας. Απαραίτητη είναι επίσης η συνεργασία ανάμεσα σε φαρμακοβιομηχανία και πολιτεία, και η προτεραιοποίηση των αναγκών, ενώ είναι πολύ σημαντικό να πετύχουμε γρήγορες νίκες.
Ο υπουργός υγείας υπογραμμίζει ότι απαιτούνται δύσκολες αποφάσεις για να γίνει το σύστημα υγείας βιώσιμο και χρειάζονται επίσης πιο έξυπνες δαπάνες, ενώ όταν ολοκληρωθεί η διάρκεια της χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης, οι πόροι θα καλύπτονται από τον τακτικό προϋπολογισμό- δηλαδή τα χρήματα των ελλήνων πολιτών –τα οποία είναι ιερά και πρέπει να χρησιμοποιούνται σωστά.
Θεμελιώδης μεταρρύθμιση θεωρεί ο Άδωνις Γεωργιάδης το γεγονός ότι πλέον οι γιατροί δεν θα μπορούν να αλλάζουν το πρωτόκολλο της θεραπείας χωρίς να δικαιολογούν αυτή την αλλαγή. Η ΗΔΙΚΑ κλειδώνει τα πρωτόκολλα της θεραπείας και συνεπώς δεν θα μπορεί ένας γιατρός να χορηγεί αναίτια ένα καινοτόμο φάρμακο-κάτι που οδηγεί στην αναίτια αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Έχουν γίνει μεγάλες μεταρρυθμίσεις το τελευταίο καιρό και κατά τον ίδιο τον υπουργό Υγείας το καράβι έχει αρχίσει να στρίβει, επειδή όμως οι αλλαγές πορείας (από τις στρεβλώσεις του παρελθόντος) προϋποθέτουν κι αλλαγές νοοτροπίας ετών, αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει από τη μία μέρα στην άλλη. Χρειάζεται χρόνος, για να διορθωθούν οι ατέλειες.
Ήδη, όπως αναφέρει ο υφυπουργός υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, γίνονται δύο πολύ σημαντικά έργα σε δύο άξονες, αφενός στην ψηφιοποίηση των νοσοκομείων και των συστημάτων υγείας και αφετέρου είναι σε εξέλιξη η πιο σοβαρή ανακαίνιση των Δομών Υγείας που έχει γίνει τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ επίκειται και η αξιοποίηση των δεδομένων που θα δώσει νέα ώθηση στην προσέλκυση επενδύσεων και τον επαναπροσδιορισμό της καινοτομίας στην Υγεία.
Το σύστημα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και εξορθολογισμό και ως ένα παράδειγμα αναφέρει ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης το γεγονός ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες λοιπόν ζητούν έκτακτες εισαγωγές για την κάλυψη αναγκών, που ο ΕΟΦ δεν εγκρίνει και τότε εκείνες φέρνουν τα φάρμακα μέσω ΙΦΕΤ οπότε δεν τους επιβάλλεται clawback αυτόματη επιστροφή κερδών από την υπέρβαση της δαπάνης) και τότε αυτή η δαπάνη επιμερίζεται σε όλους τους άλλους- κάτι το οποίο είναι άδικο. Επίσης ο υπουργός υπογραμμίζει ότι για να καταστήσουμε το σύστημα υγείας βιώσιμο δεν κοιτάμε πια μόνο το πρωτογενές πλεόνασμα αλλά τις πρωτογενείς δαπάνες-και εάν αυτές ξεφύγουν, φροντίζουμε με αντίμετρα να τις μαζεύουμε. Ταυτόχρονα υπάρχει ένας προβληματισμός για το τι θα γίνει μετά την διάρκεια της Χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης, με το οποίο χρηματοδοτήθηκαν μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην υγεία.
Η φαρμακοβιομηχανία χρειάζεται και αυτή υπευθυνότητα όταν φέρνει τα καινοτόμα φάρμακα και όπως λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), Ολύμπιος Παπαδημητρίου, το φάρμακο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είναι ένα εργαλείο που αν χρησιμοποιηθεί σωστά μειώνει πολλά άλλα κόστη στο σύστημα υγείας. Ο ίδιος προσθέτει πως υπάρχει μία δεύτερη σκέψη στις φαρμακοβιομηχανίες για το αν θα φέρουν και πότε θα φέρουν καινοτόμα φάρμακα στην Ελλάδα. Μπορεί σύμφωνα με τον υφυπουργό υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους να βρισκόμαστε πολύ κοντά στο ευρωπαϊκό μέσο όρο, που σημαίνει ότι η διείσδυση των καινοτόμων φαρμάκων στην χώρα μας βρίσκεται στο 52%, ωστόσο ο Ολύμπιος Παπαδημητρίου εκφράζει κάποιες διαφορές στον χρονισμό και την ερμηνεία των πραγμάτων. Από την οπτική του ΣΦΕΕ, στην τελευταία τριετία σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού φαρμάκων από τα καινοτόμα φάρμακα που εγκρίθηκαν, δύο στα 10 έρχονται στην Ελλάδα, 5 στα 10 δεν έρχονται άμεσα και τρία στα 10 δεν υπάρχει σκέψη να έρθουν.
Το φάρμακο βέβαια δεν είναι το μοναδικό που συνδέεται με αυξημένο κόστος. Πλέον όπως επισημαίνει ο Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Οικονομικής Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας, Κώστας Αθανασάκης, ο ΕΟΠΠΥ αποζημιώνει συσκευές και εφαρμογές (στο κινητό μας τηλέφωνο), οπότε η τεχνολογία έχει επίσης ένα μεγάλο κόστος.
Από την μεριά των Ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας Δημήτρης Δέμος εξηγεί ότι σε ορίζοντα 4ετίας μέχρι και το 2026 έχουν επενδυθεί 1,2 δισεκατομμύρια € από τους έλληνες φαρμακοβιομήχανους για την δημιουργία 16 νέων ερευνητικών κέντρων και 13 νέων εργοστασίων. Δεν είναι όμως μόνο ο αριθμός που εντυπωσιάζει, αυτό που είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι ότι υπάρχει μία μεγάλη γεωγραφική κατανομή (Σάπες-Ροδόπη Θεσσαλονίκη, Γιάννενα, Αττική) κάθε περιοχή της χώρας θα έχει μία μονάδα φαρμακοβιομηχανίας. Γι αυτό άλλωστε σήμερα η φαρμακοβιομηχανία είναι από τους πλέον ελκυστικούς εργοδότες, ενώ από το 1,2 δις. ευρώ, τα 600 εκατ. προέρχονται από ίδιες τσέπες των ελλήνων φαρμακοβιομηχάνων.
Αναφορικά με τις κλινικές μελέτες όμως εξακολουθούμε να υστερούμε. Ενώ λοιπόν απορροφούμε πόρους (από το επενδυτικό ανταποδοτικό clawback) για την παραγωγή παραγωγικών μονάδων, για την τεχνολογία και την ψηφιοποίηση, στις κλινικές μελέτες μόνο το 10% από τα 500 εκατ. του επενδυτικού clawback έχει απορροφηθεί. Η δυνατότητα της Ελλάδας είναι να προσελκύσει επενδύσεις ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ στην κλινική έρευνα, αλλά στην πράξη βρίσκεται στο 1/5 των δυνατοτήτων της, καθώς δεν ξεπερνά σε επενδύσεις τα 100 εκατ. σε κλινική έρευνα.